Η καταιγίδα που έγινε εφιάλτης
Η χθεσινή καταιγίδα μετατράπηκε σε πραγματικό εφιάλτη για την οικογένειά μας. Καθώς το σκοτάδι κάλυπτε το χωριό, η βροχή έπεφτε με πρωτοφανή μανία. Μέσα σε λίγα λεπτά, η αυλή και ο κήπος μας μεταμορφώθηκαν σε μια θολή λίμνη νερού και λάσπης — σαν ποτάμι που ξέφυγε απ’ την κοίτη του και πέρασε με ορμή μέσα από το σπίτι μας.
Όταν η καταιγίδα τελικά κόπασε, γύρω στα ξημερώματα, πίστεψα πως το χειρότερο είχε περάσει. Μα το πρωί, όταν βγήκα έξω για να δω τις ζημιές, βρέθηκα μπροστά σε κάτι που ούτε στους χειρότερους εφιάλτες μου δεν θα φανταζόμουν.
Κάτω από ένα παλιό δέντρο, το ξεπλυμένο χώμα είχε αποκαλύψει κάτι τρομακτικό. Ανάμεσα στη λάσπη, ξεχώριζαν σκοτεινά σχήματα — παχιά, άκαμπτα, με στρογγυλεμένες άκρες.

Έμοιαζαν ανατριχιαστικά με ανθρώπινα δάχτυλα. Σαν ένα χέρι να είχε απεγνωσμένα προσπαθήσει να φτάσει στην επιφάνεια… και να μην τα είχε καταφέρει. Ένιωσα το αίμα μου να παγώνει. Έτρεξα στο σπίτι με την καρδιά να χτυπά σαν τύμπανο και κάλεσα το 112 με τρεμάμενα χέρια. Μέσα σε λίγα λεπτά, έφτασαν αστυνομία και ασθενοφόρο.
Οι γείτονες άρχισαν να συγκεντρώνονται πίσω από τον φράχτη, ψιθυρίζοντας, προσπαθώντας να καταλάβουν τι είχε συμβεί. Στο σημείο κατέφθασαν ειδικοί, με εξοπλισμό και σοβαρό ύφος. Ξεκίνησαν να σκάβουν προσεκτικά, μεθοδικά, χωρίς να λένε κουβέντα. Και τότε… το βρήκαν.
